Τετάρτη 29 Ιουλίου 2015

Μάχη της Κρήτης: Η Κρήτη μπορούσε να κρατήσει


Απο το ΒΑΘΥ ΚΟΚΚΙΝΟ:

Ένα σπάνιο όσο και κατατοπιστικό ψηφιακό υλικό-ντοκουμέντο ανασύρουμε σήμερα από τα αρχεία του  Α.Σ.Κ.Ι. για τη Μάχη της Κρήτης. Είναι το εμπεριστατωμένο και πολύ κατατοπιστικό άρθρο του Μ. Παπουτσάκη που δημοσιεύτηκε στο τεύχος 64 (5/1963) του περιοδικού "ΔΡΟΜΟΙ της ΕΙΡΗΝΗΣ", σελ. 26-29. Ακολουθεί σε μορφή word το κείμενο για όσους και όσες φίλες του blog έχουν δυσκολία να διαβάσουν το άρθρο από τις επισυναπτόμενες εκόνες.
του Δημήτρη Δαμασκηνού, ιστορικού
negreponte2004@yahoo.gr



Η ΚΡΗΤΗ ΜΠΟΡΟΥΣΕ ΝΑ ΚΡΑΤΗΣΕΙ


του Μ. ΠΑΠΟΥΤΣΑΚΗ
Από το περιοδικό: "ΔΡΟΜΟΙ της ΕΙΡΗΝΗΣ", τεύχος 64, 5/1963


    ΒΑΛΚΥΡΙΑΝΗ ΝΥΧΤΑ θύμιζαν οι μυριάδες φαντασμαγορικά πυροτεχνήματα που έσκιζαν τον ουρανό της Δυτικής Κρήτης κείνο το βράδυ της 8ης προς την 9η Μαΐου. Πριν λίγες ώρες η Γερμανία είχε υπογράψει την άνευ όρων υποταγή. Στο Ράιχσταγ κυμάτιζε η κόκκινη σημαία που έφεραν εδώ οι μαχητές της Μόσχας, του Λένινγκραντ, του Βόλγα. Ο Χίτλερ κι ο Γκαίμπελς είχαν αυτοκτονήσει. Μαζί με τα τελευταία υπολείμματα της Βέρμαχτ είχαν συνθηκολογήσει και οι Γερμανοί της Κρήτης. Και κείνο το βράδυ, σ’ ένα παράξενο πανηγύρι της ήττας έκαιγαν όλα τα πυρομαχικά τους. Εκατομμύρια φωτοβολίδες. Γαλάζιες, κόκκινες, κίτρινες, πράσινες, ασημένιες, μοβ… όλα τα χρώματα. Έσκαζαν στον ουρανό και σχημάτιζαν παράξενα μαγικά λουλούδια. Και πριν σβήσουν φώτιζαν τους ληόκαμπους, τους πορτοκαλεώνες και τ’ αμπέλια – τα ταπεινά σπίτια και τους άγριους βράχους στη Σούδα, στο Μάλεμε και στο Ακρωτήρι. Έκλεινε ακόμα μια σελίδα στην ιστορία της παντέρμης Κρήτης.
     Κόντευαν τέσσερα χρόνια από την 20η Μαΐου 1941.
     Στις 25 Απριλίου 1941 ο Χίτλερ είχε υπογράψει τη Διαταγή αριθμός 28, που έδινε εντολή ν’ αρχίσει η επιχείρηση Merkur (Ερμής) – όπως ονόμαζε συνθηματικά το Γερμανικό Επιτελείο την αεροπορική επίθεση κατά της Κρήτης.



Ένας πόλεμος όνειρο
 
     Ένας πόλεμος όπως τον είχε φαντασθεί και οραματισθεί ο Χίτλερ.
   «Έτσι θα γίνονται οι πόλεμοι του μέλλοντος», είχε πει μια μέρα στον Ράουσνιγκ. Ο ουρανός θα μαυρίζει με βομβαρδιστικά και μέσ’ απ’ αυτά θα πηδούν μέσα στους καπνούς οι αλεξιπτωτιστές των ταγμάτων εφόδου που καθένας θα τραβά υπό μάλης και ένα οπλοπολυβόλο».
    Ήταν το άνθος του Τρίτου Ράιχ. «Οι αλεξιπτωτιστές είναι οι πιο σκληροί μαχητές του Γερμανικού στρατού, πιο σκληροί κι απ’ αυτά τα Waffai S-S», έλεγε ο Χίτλερ.
Οι πρώτες μονάδες έφτασαν με τραίνο στην Θεσσαλονίκη από τη Σιλεσία, όπου εκπαιδεύονταν, στις 10 Μαΐου. Τα τραίνα κινιόνταν μόνο την νύχτα. Από την στολή και τα καπέλα τους είχαν αφαιρέσει τα σήματα της μονάδας των – της 7ης Μεραρχίας Αλεξιπτωτιστών. Ο ειδικός εφοδιασμός τους ερχόταν χωριστά σε σφραγισμένα κιβώτια. Τα βιβλία μισθοδοσίας δεν γράψανε την μονάδα τους. Ακόμα και τα τραγούδια των αλεξιπτωτιστών είχαν απαγορευθεί στην μετακίνηση.
     Η Γερμανική κατασκοπεία είχε βεβαιώσει το Επιτελείο πως η στάση του πληθυσμού της Κρήτης θα ήταν στάση «συμπάθειας προς τον Άξονα, ή τουλάχιστον ουδετερότητα για να εξασφαλίσει έτσι καλλίτερους όρους» στην περίπτωση Γερμανικής κατοχής του νησιού.

Χάπια κατά της δίψας


    Φορούσαν κολλητές δερμάτινες μπλούζες και μια ειδική κάσκα για να τους προστατεύει στην πτώση από το αλεξίπτωτο. Πάνω απ’ τη στολή φορούσαν ένα πρασινωπό κάλυμμα καμουφλάζ που έφτανε ως τα γόνατα. Κοντές λαστιχένιες μπότες. Στα γόνατα, στο στήθος και στους ώμους είχαν ειδικές λαστιχένιες βάττες, που τις άφηναν μαζί με το αλεξίπτωτο.

    Οι πιο πολλοί κρατούσαν μόνο τα πιστόλια τους και τα ειδικά εγχειρίδια και μάζευαν τα οπλοπολυβόλα και τα άλλα πιο βαριά όπλα τους από ειδικά κιβώτια που ρίχνανε με χωριστά αλεξίπτωτα.
    Κάθε αλεξιπτωτιστής κρατούσε μαζί του τρόφιμα για δυο μέρες και ειδικό ψωμί τυλιγμένο σε ασημόχαρτο, σοκολάτα, μπισκότα, ζάχαρη και χάπια για την καταπολέμηση της δίψας. Οι υπαξιωματικοί είχαν μαζί τους υποδερμικές σύριγγες και ενέσεις για όσους έδειχναν σημεία κούρασης.

«Φουτουριστικό θέαμα»
 
    Ολόκληρο το Γερμανικό Επιτελείο είχε την ίδια στιγμή συγκεντρώσει την προσοχή του στην παράταξη των εκατόν τριάντα επτά Γερμανικών, Φινλανδικών και Ρουμανικών μεραρχιών που επρόκειτο να επιτεθούν ταυτόχρονα, στις 22 Ιουνίου, στο Ανατολικό μέτωπο. Πλησίαζε η «ιερή στιγμή» του Χίτλερ στην εξόρμησή του για την κυριαρχία του κόσμου. Από την άποψη αυτή οι επιχειρήσεις στα Βαλκάνια και την Μεσόγειο ήταν δευτερεύουσας σημασίας.
     Μια βδομάδα έδινε ο Χίτλερ για την επιχείρηση της Κρήτης. Ύστερα ήθελε τα 1.100 αεροπλάνα που χτύπησαν το νησί για την «Επιχείρηση Μπαρμπαρόσσα». Έτσι, από στρατηγική άποψη, αν το χτύπημα στην Κρήτη αποτύχαινε στην πρώτη του εκδήλωση δεν θα είχε συνέχεια. Τα «Στούκας» είχαν την βάση τους στην Κάρπαθο. Τα δικινητήρια βομβαρδιστικά στην Ελευσίνα και το Ελληνικό. Και τα «Γιούγκερς 52», τα μεταγωγικά που θα μετάφεραν την 7η Μεραρχία Αλεξιπτωτιστών και την 5η Ορεινή Μεραρχία, θα ξεκινούσαν απ’ την Κόρινθο, τα Μέγαρα, το Τοπόλι, το Δαδί και την Τανάγρα.

    Οι αξιωματικοί έπεφταν με μοβ ή κοκκινωπά αλεξίπτωτα. Οι στρατιώτες με μαύρα. Τα κίτρινα κατέβαζαν φάρμακα και ιατρικά εφόδια και τα άσπρα όπλα και πυρομαχικά.
     Πρωί – πρωί, στις έξη η ώρα της 20ής Μαΐου, άρχισε το μεγάλο πήδημα πάνω στο νησί.
  Ένας Αυστραλός λοχίας διηγιότανε αργότερα:«Ήμουνα σαν μαγεμένος από το φουτουριστικό θέαμα και το μεγαλείο της σκηνής που αντίκριζα. Τα αεροπλάνα ερχότανε σε μέτωπο οκτώ χιλιομέτρων και σε βάθος, όσο μπορούσε να δει το μάτι σου. Πετούσανε περίπου 35 μέτρα πάνω από τη θάλασσα και, όταν φτάνανε στην στεριά, υψώνονταν στα 100 περίπου μέτρα, έριχναν τους αλεξιπτωτιστές τους, βουτούσαν πάλι και γύριζαν προς τη θάλασσα. Είδα πολλούς γερμαναράδες να πέφτουν κάτω σαν πέτρες, γιατί δεν άνοιξαν τ’ αλεξίπτωτά τους. Είδα έναν που τ’ αλεξίπτωτό του είχε πιαστεί στην ουρά του αεροπλάνου, που το έσερνε μέσα στη θάλασσα».
    «Βρέθηκαν ξαφνικά ανάμεσά μας», αφηγείται ο Νεοζηλανδός λοχαγός Ουίλσον. «Κοίταζα προς την περιοχή του 21ου τάγματος όταν μέσα από τα κλαδιά μια ελιάς, δίπλα μου, παρουσιάστηκαν δυο πόδια. Ήταν ακριβώς από πάνω μας. Γύρω μου άρχισαν οι πυροβολισμοί. Είχα ένα τόμμυγκαν… ήταν σαν να σκοτώνεις πάπιες».
      Στα χωριά της Κρήτης χτύπησαν γρήγορα – γρήγορα οι καμπάνες. Κίνδυνος… Οι άντρες για τ’ άρματα λείπανε στην Αλβανία. Μα ήταν εδώ ακόμα οι γέροι, οι γυναίκες, τα παιδιά και τα σκυλιά. Οπλίστηκαν με ό,τι έβρισκαν μπροστά τους. Σισανέδες από τα χρόνια των επαναστάσεων, κυνηγετικά όπλα, αξίνες, τσαπιά…
     Κι άρχισε η μάχη, που κράτησε δώδεκα μέρες. Μια μάχη, που για τους άντρες και τις γυναίκες του νησιού συνεχίστηκε ως την ημέρα που έφυγε κι ο τελευταίος Γερμανός… Και που κόστισε πολύ βαριά στην Κρήτη.



«Προχωρήστε πιο πέρα»…

Ο Φον ντερ Χέυντε, επικεφαλής των δυνάμεων που έπεσαν στον κάμπο της Αγυιάς, γράφει για τις πρώτες ώρες της μάχης:
«Ήταν ένα παράξενο αίσθημα και σχεδόν με ανακούφιση ακούσαμε τους πυροβολισμούς της μάχης από τα υψώματα του Γαλατά, που ήταν τουλάχιστο μια απόδειξη ότι δεν είμαστε ολομόναχοι σ’ αυτό τον εχθρικό κόσμο. Οι στριμμένοι κορμοί των λιόδεντρων φάνταζαν σαν παραμορφωμένα και κακά πνεύματα που μάς κορόιδευαν σαν να έλεγαν: «Προχωρήστε πιο πέρα, ίσια μπροστά σας, ξένοι επιδρομείς! Όσο πιο πέρα προχωρείτε, τόσο πιο σίγουρα πηγαίνετε προς την καταστροφή σας!»
     Δώδεκα μέρες μάχης, ηρωισμού και αυτοθυσίας. Οι απώλειες των Γερμανών στην Κρήτη ήταν μεγαλύτερες απ’ ό,τι σε οποιαδήποτε άλλη εκστρατεία μέχρι εκείνη την ημέρα – στην Πολωνία, στην Ολλανδία και το Βέλγιο, στη Γαλλία, στη Νορβηγία, στα Βαλκάνια. Μα η Κρήτη έπεσε στα χέρια των Γερμανών του Χίτλερ.


Το λάθος του Τσόρτσιλ

     Όμως η Κρήτη μπορούσε να κρατήσει.
    Αυτό είναι μια μεγάλη αλήθεια που πριν από την επίθεση την πίστευαν βαθειά οι Κρητικοί. Χωρίς να διαθέτουν γνώσεις στρατηγικής. Ίσως γιατί πάντα πίστευαν στην λευτεριά κι αγαπούσαν το χώμα και τις πέτρες του νησιού. Κι αυτή την πίστη την μοιράζονταν μαζί τους κι οι Βρετανοί, Αυστραλοί και Νεοζηλανδοί που πολέμησαν πλάι τους λεονταρίσια. Μαζί τους πίστευε κι ο Τσόρτσιλ – σε πείσμα των στρατιωτικών του συμβούλων – που απ’ το Λονδίνο διέβλεπε πως η μάχη της Κρήτης μπορούσε να γίνει η πρώτη αποφασιστική συμμαχική νίκη.
     Σήμερα, που οι καπνοί της μάχης διαλυθήκανε, όλοι, και Γερμανοί και σύμμαχοι και Έλληνες, όλοι συμφωνούν πως η Κρήτη μπορούσε να κρατήσει. Γιατί όμως έπεσε το νησί;
     Το κρίσιμο, το αποφασιστικό λάθος ήτανε πάλι του Τσόρτσιλ. Με προσωπική του επέμβαση ο Νεοζηλανδός στρατηγός Φρέυμπεργκ διορίστηκε ανώτατος στρατιωτικός διοικητής των συμμαχικών δυνάμεων της Κρήτης, αμέσως μετά την κατάρρευση του Ελληνικού μετώπου. Πλήρης σύγχυση βασίλευε στην οργάνωση της άμυνας κι ως τότε αλλά – σε μεγάλο βαθμό – κι ύστερα από το διορισμό του Φρέυμπεργκ.
     Έξι φορές είχαν αλλάξει οι Άγγλοι στρατιωτικούς διοικητές στο νησί από το Νοέμβριο του 1940 ως τις αρχές Απριλίου του 1941.



27 τραύματα
 
    Ο Τσόρτσιλ είχε γνωρίσει τον Φρέυμπεργκ από τα χρόνια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, όταν το 1914 ο νεαρός τότε Νεοζηλανδός αξιωματικός παρουσιάστηκε για ν’ αναλάβει υπηρεσία στο Ναυαρχείο. Εκτιμούσε πάντα το θάρρος και την παλικαριά του. Ο ίδιος, στα 1920, σ’ ένα «γουήκεντ», έβαλε τον Φρέυμπεργκ να γυμνωθεί και μέτρησε 27 τραύματα πάνω στο κορμί του. Ο προσωπικός δεσμός κι ο συναισθηματισμός παράσυραν τον Τσόρτσιλ. Ο Φρέυμπεργκ ήταν βέβαια ένα υπέροχο παλικάρι – όχι όμως κατάλληλος άνθρωπος για το νέο είδος του πολέμου πάνω στο νησί.
     Σ’ αυτή τη μάχη, εκτός απ’ την παλικαριά που ήταν απαραίτητη, χρειαζόταν επιθετικό πνεύμα, αποφασιστική και γρήγορη δράση και προ πάντων ουσιαστική διοίκηση. Όμως και ο Φρέυμπεργκ και οι περισσότεροι ανώτεροι αξιωματικοί είχαν ανατραφεί στο πνεύμα του πολέμου των χαρακωμάτων…. Έτσι άφησε καιρό στους Γερμανούς να οργανωθούν και να επιτεθούν.


Χαμένες ευκαιρίες
     Ουσιαστικά, στην διάρκεια της μάχης δεν έδωσε διαταγές. Άφηνε τον κάθε διοικητή τομέα ή μονάδας να κάνει ό,τι νόμιζε καλλίτερο. Κι εκ των υστέρων έδινε έγκριση και στα καλά και στα κακά…
   Έτσι έχασε τρεις μεγάλες ευκαιρίες για να εκμηδενίσει τα υπολείμματα των αλεξιπτωτιστών – τις τρεις πρώτες νύχτες μετά την επίθεση – μια που μπορούσαν να δράσουν μόνο την νύχτα. Την ημέρα τα Στούκας δεν τους άφηναν να σηκώσουν κεφάλι.
     Ο στρατηγός Στουντέντ, που διεύθυνε την επιχείρηση, έλεγε αργότερα: «Κατά την διάρκεια της νυκτός, ως επίσης και κατά την πρωΐαν της 21ης Μαΐου, ο εχθρός διεξήγαγε ελαχίστας διεισδυτικάς επιθέσεις διά των δυνάμεων της 5ης Νεοζηλανδικής Μεραρχίας, που ευρίσκετο πλησίον του Μάλεμε. Κατ’ αυτόν τον χρόνον αλλά και εντελώς αχρησιμοποίητα στρατεύματα ευρίσκοντο πλησίον της ακτής μεταξύ Μάλεμε και Χανίων και ανέμενον την κυρίαν γερμανικήν επίθεσιν από θαλάσσης, πράγμα που ουδέποτε αντιμετωπίζετο».
     Και όμως ο Φρέυμπεργκ είχε κατηγορηματική διαβεβαίωση από τον διοικητή των Ναυτικών Δυνάμεων της Μεσογείου, ότι ο Βρετανικός στόλος δεν θα άφηνε να γίνει απόβαση από την θάλασσα. Όπως και δεν άφησε και ματαίωσε δυο γερμανικές απόπειρες τις νύχτες της 21-22 και 22-23 Μαΐου…


Τα πέντε καταδιωκτικά
     Τραγικό λάθος αποδείχτηκε και η απόφασή του ν’ αφήσει την περιοχή δυτικά του αεροδρομίου του Μάλεμε εντελώς ανυπεράσπιστη, μ’ όλο που στο αεροδρόμιο περίμενε την αιχμή της γερμανικής επιθέσεως. Και το λάθος πληρώθηκε πανάκριβα. Γιατί αυτή ακριβώς ήταν η μόνη περιοχή όπου οι αλεξιπτωτιστές και τα ανεμοπλάνα κατάφεραν να κατέβουν χωρίς απώλειες, να οργανωθούν, να επιτεθούν και να καταλάβουν το αεροδρόμιο, κι ύστερα πια, με τις ενισχύσεις που έρχονταν, όλο το νησί.
      Κι ως την τελευταία στιγμή, ως την παραμονή της επιθέσεως των Γερμανών, δεν το είχε πάρει απόφαση πως η μάχη θα δινόταν – και θα μπορούσε να κερδηθεί – κάτω από συνθήκες πλήρους αεροπορικής υπεροχής του εχθρού. Έτσι, ως την τελευταία μέρα έκανε εκκλήσεις να του στείλει το στρατηγείο Μέσης Ανατολής αεροπλάνα – που δεν είχε – για την άμυνα του νησιού. Το απόγευμα της 19ης Μαΐου αποχώρησαν τα τελευταία πέντε καταδιωκτικά από το Μάλεμε. Πολύ αργά για να υπονομευθούν οι διάδρομοι προσγειώσεως του αεροδρομίου. Ύστερα από δυο μέρες οι Γερμανοί άρχισαν να χρησιμοποιούν το αεροδρόμιο. Ακόμα και κάτω από τα πυρά του Αγγλικού πυροβολικού, τα γερμανικά μεταγωγικά, με αναμμένες τις μηχανές, ξεφόρτωναν ενισχύσεις και γύριζαν πίσω για να ξαναφορτώσουν…


Δεν πίστευε
 
    Βέβαια, λένε, πως μετά Χριστόν, όλοι μπορεί να κάνουμε τους προφήτες – και είκοσι δύο χρόνια μετά την μάχη να λέμε τι έπρεπε να κάνει ο Φρέυμπεργκ. Αυτό, δυστυχώς, δεν είναι σωστό. Και η μόνη εξήγηση στην αναποφασιστικότητα και τις ταλαντεύσεις του στρατηγού βρίσκεται στα αντιφατικά τηλεγραφήματα που έστελνε και που έδειχναν πως πίστευε πως η Κρήτη μπορούσε να κρατήσει. Στον πρωθυπουργό της Νέας Ζηλανδίας τηλεγραφούσε να πείσει το Λονδίνο πως «ή πρέπει να μάς δώσουν αρκετά μέσα για να υπερασπίσουμε το νησί ή να αναθεωρήσουν την απόφαση ότι η Κρήτη πρέπει να κρατηθεί». Και την ίδια μέρα τηλεγραφούσε στον Τσόρτσιλ: «Δεν μπορώ να καταλάβω την νευρικότητα. Δεν έχω την παραμικρή ανησυχία για από αέρος επίθεση. Έχω κάνει κατανομή των δυνάμεών μου και πιστεύω ότι μπορώ να τα βγάλω πέρα με δυνάμεις στη διάθεσή μου».
     Τεράστια είναι και η ευθύνη των στρατιωτικών συμβούλων του Τσόρτσιλ. Δεν έστειλαν πυροβολικό από την Αφρική, ενώ είχαν γεμάτες τις αποθήκες κανόνια. Και με πείσμα αντέδρασαν και ματαίωσαν την πρόταση του Τσόρτσιλ να στείλουν ένα πλοίο φορτωμένο με τανκς στην Κρήτη. Γιατί τα τανκς και το πυροβολικό εξασφάλιζαν ένα μοναδικό ατού και μια υπεροχή στα χέρια των υπερασπιστών του νησιού – ιδίως εκείνη την εποχή που δεν είχαν βρεθεί τα μπαζούκας, ούτε κανένα αποτελεσματικό αντιαρματικό όπλο.


"Άπελπις αγών" 
      Ως εδώ για τις ευθύνες των Άγγλων.
    Μα τι έκανε η Ελληνική ηγεσία; Γιατί άφησε άοπλο τον Κρητικό λαό; Γιατί δεν οργάνωσε έγκαιρα, πολιτοφυλακή στο νησί; Γιατί δεν διάλυσε το πνεύμα δυσπιστίας στο αξιόμαχο του Έλληνα φαντάρου που είχε καλλιεργηθεί με την ηττοπαθή και προδοτική στάση της ελληνικής ηγεσίας στην ηπειρωτική Ελλάδα; Γιατί δεν μετέφερε την 5η Μεραρχία Κρήτης από την Αλβανία στην Κρήτη πριν την κατάρρευση του μετώπου; Γιατί; Γιατί; Χιλιάδες ερωτηματικά που περιμένουν απάντηση.
      Μα φαίνεται πως ο ίδιος ο τότε Έλληνας πρωθυπουργός Εμμανουήλ Τσουδερός δεν πίστευε πως το νησί μπορούσε να κρατηθεί. Στο προσωπικό του ημερολόγιο, έγραφε στις αρχές Μαΐου: «Επληροφορηθήκαμε τον διορισμόν του στρατηγού Μπέρναρντ Φρέυμπεργκ ως γενικού αρχηγού των συμμαχικών δυνάμεων της Κρήτης. Από σήμερα κι έπειτα αρχίζει η καθαυτό περίοδος της στρατιωτικής ανασυγκροτήσεως. Ημείς απεφασίσαμε τον αγώνα, έστω και αν ήτο άπελπις. Η στρατιωτική ηγεσία της Μέσης Ανατολής ήτο εναντίον της αντιστάσεως εν Κρήτη. Αντίθετον γνώμην είχε η Βρετανική κυβέρνησις και ιδίως ο πρωθυπουργός Ουίστον Τσόρτσιλ».


«Τρεχάτε στον πόλεμο»…
     Κι όμως – κι έτσι ακόμα οι Κρητικοί πολέμησαν. Και η Κρητική Αντίσταση στάθηκε η πρώτη σε παγκόσμια κλίμακα λαϊκή εξέγερση για την απόκρουση και εκδίωξη του χιτλερικού επιδρομέα.
     Ο πατήρ Διονύσιος Ψαρουδάκης, ο «ντουφεκόπαπας», ηγούμενος της Μονής Αρκαδίου, λέει για τη στιγμή που ξεκινούσε για τη μάχη: «Μου φάνηκε πως άκουσα μια φωνή από μέσα από κείνα τα κόκαλα (το οστεοφυλάκιο του ολοκαυτώματος του Αρκαδίου) να μου λέει: «Ίντα καθόσαστε μωρέ; Δεν είσαστε σεις καλόγεροι, δεν είστε απόγονοί μας; Τρεχάτε στον πόλεμο…»
     Ναι, η Κρήτη μπορούσε να κρατήσει. Αυτή είναι η γνώμη των στρατηγών Αχιλλέα Σκουλά, τότε ανώτατου διοικητή των Ελληνικών δυνάμεων στην Κρήτη, και του Σόλωνα Καφάτου, του επιτελάρχη του. Λέει ο στρατηγός Καφάτος: «Ο Φρέυμπεργκ χαντάκωσε την Κρήτη. Κατά τη γνώμη μου, η Κρήτη μπορούσε 100% να κρατηθεί. Στο Ηράκλειο και το Ρέθυμνο η άμυνα οργανώθηκε καλλίτερα από τους τοπικά επικεφαλής Άγγλους και η Γερμανική απόπειρα απέτυχε ολοσχερώς.
       »Εζητήσαμε από τον Φρέυμπεργκ το πρώτο βράδυ, (20 Μαΐου), να μας επιτρέψει να κινηθούμε από τις Μουρνιές με ένα σύνταγμα που θα έπιανε τα αντερείσματα των υψωμάτων γύρω από το Μάλεμε και θα αντεπετίθετο πριν ξημερώσει, όπότε δεν κινδυνεύαμε από τα αεροπλάνα. Ο Φρέυμπεργκ αρνήθηκε. Έφθασε στο σημείο ν’ αντικαταστήσει ένα ταξίαρχο, διοικητή τομέως, γιατί υπεστήριζε την επιθετική τακτική. Η στάσις του αυτή αποτελεί μυστήριο, γιατί προσωπικά ο ίδιος ήταν παλικάρι».
     Και ο στρατηγός Σκουλάς: «Εάν δεν ήσαν ηθελημέναι ωρισμέναι παραλείψεις της Ελληνικής Κυβερνήσεως, η νήσος δεν θα κατελαμβάνετο. Η διατήρησις της νήσου ήτο δυνατή, παρά τας υπαιτίους παραλείψεις Οργανώσεως και εφοδιασμού των εν Κρήτη Ελληνικών δυνάμεων και των κατοίκων της νήσου και υπό μόνων των Ελληνικών δυνάμεων. Διότι και ο χρόνος και υλικά και δυνάμεις υπήρχον».
     Κλείνουμε αυτό το σημείο μ’ ένα επεισόδιο, που διηγείται ο στρατηγός Καφάτος:«Ο πόλεμος που έκαναν αυτοί οι «άμαχοι» ήταν κάτι μυθικό. Ένας γέρος 70 χρονών τότε, ο Στρατής Μαρινάκης άπω το χωριό Ασκαρδαλού, βρέθηκε στην Επισκοπή όταν έπεφταν οι αλεξιπτωτιστές. Αντί να κοιτάξει να φύγει, άοπλος καθώς ήταν, αυτός είχε στο νου του πώς να βρει όπλο. Ένας Γερμανός που τον είδε ξαφνικά μπροστά του, τραβάει το πιστόλι να τον σκοτώσει αλλά το όπλο έπαθε αφλογιστία. Ο γέρος δεν χάνει καιρό, πέφτει απάνω του και τον αφοπλίζει. Και με την κατσούνα που κρατούσε του δίνει μια κατακέφαλα και τον ξαπλώνει κάτω»…


Μ. ΠΑΠΟΥΤΣΑΚΗΣ





Απο το ΒΑΘΥ ΚΟΚΚΙΝΟ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου